Σε μια μεγάλη αίθουσα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει και να συγκινηθεί από τις ζωγραφικές παραστάσεις σε παλαιοχριστιανικούς τάφους των πρώτων χριστιανών που αποκαλύφτηκαν στα πρώιμα χριστιανικά νεκροταφεία της Θεσσαλονίκης. Είναι η πλουσιότερη συλλογή ταφικής ζωγραφικής στην Ελλάδα και μια από τις καλύτερες στον κόσμο, που διασώζει με λαμπερά χρώματα τις ζωγραφικές τάσεις, τα θέματα, τα σχέδια και τα σύμβολα στους πρώτους αιώνες μετά την επικράτηση του χριστιανισμού.
Περιδιαβάζοντας τα ζωγραφισμένα μνήματα που εκτίθενται στην εντυπωσιακή αίθουσα με τίτλο «από τα Ηλύσια πεδία στον χριστιανικό Παράδεισο», θαυμάζεις παράλληλα και την εξαιρετική λεπτοδουλειά αποκατάστασης, συντήρησης και προβολής τους που έκαναν οι συντηρητές και οι αρχαιολόγοι του Μουσείου, αλλά και την λαμπερή διακόσμηση που διατηρείται σαν να είναι σύγχρονη. Η διατήρηση των χρωμάτων (χρησιμοποιούσαν συνήθως κόκκινο, πράσινο λευκό και μαύρο), μέσα στην υγρή επιφάνεια του τάφου οφείλεται στην τεχνική της νωπογραφίας που είναι αρχαιοελληνική παράδοση. Οι ζωγράφοι της εποχής δούλευαν τα θέματα πάνω στον φρέσκο σοβά από ασβέστη και τριμμένο κεραμίδι, ενώ τα χρώματα που αραιώνονταν με ασβεστόνερο απορροφούνταν από τη νωπή σοβατισμένη επιφάνεια του τάφου και γινόταν ένα με τον τοίχο του μνήματος.
Στην ειδική ενότητα έχουν συγκεντρωθεί οι πιο σημαντικοί και αντιπροσωπευτικοί τάφοι από 200 περίπου σύνοπλα της παλαιοχριστιανικής περιόδου (από τον 3ο ως τον 7ο αιώνα), όπου ο επισκέπτης μπορεί να δει, πέρα από τα ζωγραφικά θέματα και την χρωματική πανδαισία στις κατοικίες των νεκρών, την ιδεολογία των πρώτων χριστιανών και τα σύμβολα που απεικόνιζαν την πίστη τους για τη μετά θάνατο ζωή στην «επουράνια βασιλεία» του Χριστού. Είναι η περίοδος που ο αρχαίος ρωμαϊκός κόσμος αρχίζει να αλλάζει την πίστη του για την αθανασία της ψυχής από τα Ηλύσια πεδία των αρχαίων στον χριστιανικό Παράδεισο των πρώτων νεκρών της νέας θρησκείας.
Τοιχογραφία από τον καμαροσκέπαστο παλαιοχριστανικό τάφο του Ευστοργίου, όπου εικονίζεται σκηνή οικογενειακής νεκρικής λατρείας για την γιαγιά των μικρών παιδιών. Ο τάφος χρονολογείται στα 320-340 μ.Χ.
Η μεγαλούπολη Θεσσαλονίκη, μια από τις πρώτες πόλεις που δέχτηκε το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου, ήταν επόμενο να έχει μεγάλα νεκροταφεία έξω από τα ανατολικά και τα δυτικά τείχη της πόλης. Ως τις αρχές του 4ου αιώνα, που ο χριστιανισμός δεν ήταν αναγνωρισμένη θρησκεία, δεν ξεχώριζαν οι τάφοι των χριστιανών από τους υπόλοιπους νεκρούς του ρωμαϊκού κόσμου, πέρα από τον προσανατολισμό τους (με το κεφάλι προς την ανατολή) και ελάχιστα ταφικά κτερίσματα ή κάποιους συμβολισμούς. Μετά όμως το θρίαμβο του χριστιανισμού οργανώνονται γύρω από τάφους χριστιανών μαρτύρων ολόκληρα νεκροταφεία και οι συγγενείς τω νεκρών ζωγραφίζουν τους τάφους των προσφιλών τους με ποικιλία παραστάσεων, με γήινα και φυτικά χρώματα, που εντυπωσιάζουν για την αισθητική τους και τους συμβολισμούς τους.
Χριστιανικά σύμβολα και παραδείσιες εικόνες
Αν πρέπει να πούμε με μια φράση τη θεματογραφία των παλαιοχριστιανικών τάφων (από τον 3ο ως τον 7ο αιώνα μ.Χ.), αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά παραστάσεις και σύμβολα που απεικονίζουν την ευδαιμονία της μέλλουσας ζωής και του χριστιανικού Παραδείσου. Η γκάμα των ζωγραφικών θεμάτων στους πρωτοχριστιανικούς τάφους είναι μεγάλη. Αρχίζουν από απλά φυσικά θέματα, απεικονίσεις του φυτικού και ζωικού βασιλείου και φτάνουν ως τις παραστάσεις με θέματα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Σε μερικούς τάφους οι συγγενείς ζωγραφίζουν και τα πορτρέτα των νεκρών, γεγονός που βοηθούν να μάθουμε τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων της εποχής. Λουλούδια, γιρλάντες, στεφάνια, πουλιά, νερά, σταυροί, χριστογράμματα, γενικά εικόνες ευχάριστες που προεικονίζουν τον Παράδεισο και υποδηλώνουν την πίστη στον χριστιανισμό και συμβολίζουν την αθανασία της ψυχής και την παραδείσια μετά θάνατο ζωή των χριστιανών, σύμφωνα με τη νέα θρησκεία, γεμίζουν τους εσωτερικούς τοίχους των τάφων. Πολλά ζωγραφικά μοτίβα, όπως οι γιρλάντες με άνθη, διατηρούνται από το ρωμαϊκό έθιμο στολισμού των τάφων σε μνημόσυνα και διάφορες νεκρικές τελετές.
Με το πέρασμα του χρόνου, σε αρκετούς τάφους ζωγραφίζονται και τα πρώτα χριστιανικά θέματα που καθόρισαν τη μετέπειτα θεματική ζωγραφική του χριστιανισμού και της κοσμοθεωρίας του. Ένα από τα πρώτα θέματα είναι ο Καλός Ποιμένας, που κουβαλάει στους ώμους του αρνί και συμβολίζει τον Ποιμένα των πιστών, τον Χριστό. Σε ένα τάφο, που βρέθηκε στην οδό Νέστορος της Θεσσαλονίκης, παρουσιάζεται ένας άνδρας που ταξιδεύει πάνω σε βάρκα στη θάλασσα. Το θέμα, όπως τονίζει η μελετήτρια των παλαιοχριστιανικών τάφων της Θεσσαλονίκης Ευτέρπη Μαρκή, «αποτελεί ένα από τα πρώτα θέματα της χριστιανικής τέχνης που εκφράζει μιαν αλληγορία της ανθρώπινης ζωής, που παραβάλλεται με έναν πλόα προς το ουράνιο λιμάνι».
Σε έναν άλλο, γνωστός ως τάφος του Ευστοργίου, παριστάνεται σκηνή οικογενειακής λατρείας (ο πατέρας και η μητέρα με τα δυο παιδιά τους) με χοές και προσφορές προς τιμήν των νεκρών προγόνων. Σύμφωνα με τη γραπτή επιγραφή με κόκκινα γράμματα που διασώθηκε σε άλλη πλευρά του τάφου, το μνήμα κατασκευάστηκε για τον Φλάβιο και την Αυρηλία Πρόκλα που είναι η γιαγιά των μικρών παιδιών. Ο τάφος χρονολογείται το 330-340 μ.Χ. Σε αρκετούς παλαιοχριστιανικούς τάφους, που βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη, φιλοτεχνούνται σκηνές από την Παλιά Διαθήκη. Τέτοιες παραστάσεις είναι ο Δανιήλ ανάμεσα στα λιοντάρια και η ιστορία της Σωσσάνας. Τη δεύτερη παράσταση οι αρχαιολόγοι ερμηνεύουν ως μια αλληγορία της χριστιανικής εκκλησίας που θριαμβεύει απέναντι στους αιρετικούς. Η παράδοση λέει ότι η Σωσσάνα κατηγορήθηκε από Ιουδαίους κριτές για μοιχεία, αλλά μετά την προσευχή της αποδείχτηκε ότι ήταν ψέμα και αποκαταστάθηκε.
Μια εξαιρετική ζωγραφική παράσταση από παλαιοχριστιανικό τάφο στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, που χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου μ.Χ. αιώνα. Είναι η Σωσάννα με τους κριτές, μια αλληγορική ιστορία της Παλιάς Διαθήκης, που συμβολίζει τη θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Οι ζωγραφιστοί παλαιοχριστιανικοί τάφοι, που κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να δει συγκεντρωμένους στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης, είναι μικρό ποσοστό στο σύνολο των τάφων της εποχής, γιατί η διακόσμησή τους ήταν δαπανηρή και ως εκ τούτου ήταν έργο μόνο εύπορων οικογενειών της πόλης. Είναι αρκετοί όμως να αποδώσουν την τέχνη και την αισθητική μιας άγνωστης εποχής και σημαντικές πληροφορίες για την κοσμοθεωρία και το συμβολισμό της πίστης για τη μέλλουσα ζωή των πρώτων χριστιανών της Θεσσαλονίκης. Δείχνει επίσης ότι στην πόλη υπήρχαν αυτήν τη μεταβατική περίοδο εξαιρετικοί ζωγράφοι που απέδωσαν με τεχνική χρωματική επάρκεια και σχεδιαστικό ρεαλισμό τον φυσικό κόσμο, αλλά και τον υπερβατικό με τα σύμβολα και τη θεματολογία της νέας θρησκείας.
Χ.ΖΑΦ.