Για πενήντα χρόνια, από το 1907 ως το 1956, λειτούργησε δίπλα στο σύμβολο της πόλης, ο περίφημος Κήπος του Λευκού Πύργου με θέατρο, αίθουσες ψυχαγωγίας και “τραπεζάκια έξω”. Το ιστορικό συγκρότημα, κτίσμα του σπουδαίου αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη, κατεδαφίστηκε για να επεκταθεί το πάρκο…
Η πλατεία ανάμεσα στο Λευκό Πύργο και το Βασιλικό Θέατρο επί πενήντα χρόνια, στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, ήταν διάσημος χώρος ψυχαγωγίας, κοσμικών και ερωτικών επαφών πλουσίων Θεσσαλονικέων, επισκεπτών της πόλης και στρατών κατοχής που σύχναζαν στον «Κήπο», το αριστοκρατικό εστιατόριο και ζαχαροπλαστείο, και το «Θέατρο του Λευκού Πύργου». Ο Κήπος του Λευκού Πύργου με το κτιριακό συγκρότημα απλώνονταν στο χώρο μεταξύ του Πύργου και του σωζόμενου Βασιλικού θεάτρου που κατασκευάστηκε το 1939. Αρχιτεκτονικός πυρήνας του Κήπου, που χτίστηκε σε σχέδια του διακεκριμένου αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη, με αρχαία και βυζαντινά οικοδομικά υλικά του γειτονικού κατεδαφισθέντος βυζαντινού τείχους, ήταν το νεοκλασικό διώροφο συγκρότημα που χτίστηκε το 1907 προς τιμήν του σουλτάνου Χαμίτ και περιλάμβανε το θέατρο, την αίθουσα του χορού και δύο ακόμη ευρύχωρες αίθουσες για εστιατόριο. μπαρ και καφεζαχαροπλαστείο. Στον όροφο λειτουργούσε καμπαρέ ευρωπαϊκών προδιαγραφών με αρτίστες από όλη την Ευρώπη, καθώς και μια μεγάλη αίθουσα που κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκε από καλλιτεχνικά και εθνοτοπικά σωματεία. Από το 1913 στον Κήπο του Λευκού Πύργου λειτούργησε και κινηματογράφος.
“Το μεγαλύτερον κοσμικόν κέντρον της Ανατολής”
Ο Κήπος, που ήταν για πέντε σχεδόν δεκαετίες η καρδιά της κοσμικής, πολιτικής και καλλιτεχνικής ζωής της Θεσσαλονίκης, δημιουργήθηκε από το μπάζωμα της θάλασσας ανατολικά του Λευκού Πύργου. Το ψυχαγωγικό αυτό συγκρότημα νοικιαζόταν με δημοπρασία για εκμετάλλευση από το οθωμανικό δημόσιο, στην αρχή από Εβραίους και αργότερα και για αρκετά χρόνια από τον Έλληνα επιχειρηματία Κωνσταντίνο Ρώμπαπα. Οι επιχειρηματίες το διαφήμιζαν στον Τύπο ως «το μεγαλύτερον κοσμικόν κέντρον της Ανατολής» και «το αριστοκρατικότερον κέντρον της Θεσσαλονίκης».
Την πρώτη δεκαπενταετία λειτουργίας του ο Κήπος του Λευκού Πύργου συγκέντρωνε αριστοκράτες της πολυεθνικής Θεσσαλονίκης και Τούρκους στρατιωτικούς ως το 1912 και στη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου αξιωματικούς των συμμαχικών στρατευμάτων, καθώς και πλούσιους ξένους επισκέπτες, εμπόρους και τραπεζίτες. Το Σεπτέμβριο του 1916 στον Κήπο συγκεντρώθηκαν οι οπαδοί της Εθνικής Άμυνας με επικεφαλής την Τριανδρία (Ελευθέριο Βενιζέλο, Παναγιώτη Δαγκλή και Παύλο Κουντουριώτη), που ίδρυσε την κυβέρνηση Θεσσαλονίκης. Στις αίθουσες του Κήπου γίνονταν όλες σχεδόν οι κοσμικές εκδηλώσεις της πόλης, χοροεσπερίδες, ακόμη συναυλίες (όπως του Αιμίλιου Ριάδη το 1922), `διαλέξεις, λογοτεχνικά βραδινά, ακόμη και εκθέσεις ζωγραφικής (όπως του ζωγράφου Σπύρου Παπαλουκά το 1924).
Μετά τον πρώτο πόλεμο ο Κήπος εξελίχτηκε σε κέντρο με πολυμελή ορχήστρα που προσείλκυε μεσοαστικά στρώματα για τους αποκριάτικους και τους σχολικούς χορούς. Διάσημοι χοροί που γίνονταν στον Κήπο ήταν του Ασύλου του Παιδιού, του ορφανοτροφείου «Μέλισσα», της Φιλοπτώχου Αδελφότητος, του «Προσφυγικού Φοίνικος», της «Λευκής Άρκτου», δηλαδή των Ρώσων εμιγκρέδων που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη μετά την οκτωβριανή επανάσταση του 1917, της Ενώσεως Συντακτών κ.α.
Θεατρικές δόξες
Το ψυχαγωγικό συγκρότημα του Λευκού Πύργου ήταν περίφημο για το θέατρό του, όπου έπαιξαν οι καλύτεροι ηθοποιοί που εμφανίστηκαν προπολεμικά στη Θεσσαλονίκη. Από τη σκηνή του ιστορικού θεάτρου του Λευκού Πύργου πέρασαν αξιόλογοι ελληνικοί και ξένοι θίασοι και ονομαστοί πρωταγωνιστές.
Αναφέρουμε μερικές μόνο παραστάσεις ιστορικών θιάσων που ανέβηκαν στο Θέατρο του Λευκού Πύργου. Το 1908 ο θίασος Μαρίκας Κοτοπούλη-Ελένης Ταβουλάρη έπαιξε τον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή και την «Ευτυχία» του Μπερνστάιν. Είναι χαρακτηριστικό ότι επί χρόνια η Κοτοπούλη έφερνε στο θέατρο του Λευκού Πύργου όλες τις μεγάλες επιτυχίες της Αθήνας. Ακολούθησε την ίδια χρονιά ο θίασος Γ. Γεννάδη – Αικατερίνης Βερώνη που μεταξύ των άλλων έπαιξε, παρουσία του οθωμανού αστυνομικού διευθυντή της πόλης, το αντισουλτανικό έργο «Βατάν» (Πατρίδα) του Ναμίκ Κεμάλ μεταφρασμένο στα ελληνικά.
Δυο από τις κορυφαίες πρωταγωνίστριες του ελληνικού θεάτρου που εμφανίστηκαν πολλές φορές στο Θέατρο του Λευκού Πύργου. Πάνω η Μαρίκα Κοτοπούλη και κάτω η Κυβέλη.
Το 1910 ο θίασος της Κυβέλης έπαιξε τη «Φωτεινή Σάντρη» του Γρηγόριου Ξενόπουλου που είχε μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα, ενώ και τα επόμενα χρόνια η μεγάλη ηθοποιός παρουσίασε αρκετά έργα στο θέατρο του Λευκού Πύργου. Κάθε χρόνο, το Πάσχα και το καλοκαίρι ανεβαίνουν πολλοί αθηναϊκοί θιάσοι και οι σημαντικότεροι δίνουν ραντεβού με τη θεατρική κοινωνία της Θεσσαλονίκης στο θέατρο του Λευκού Πύργου. Αναφέρουμε μόνο ενδεικτικά μερικά ονόματα μεγάλων ηθοποιών που εμφανίστηκαν σ’ αυτό το θέατρο: Αφροδίτη Λαουτάρη, Βρυσηίς Παντοπούλου, Χριστόφορος και Μαρίκα Νέζερ, Αλίκη και Κώστας Μουσούρης, Ελένη Χαλκούση, Μήτσος Μυράτ, Παρασκευάς Οικονόμου, Γιάννης Αυλωνίτης, Νίκος Σταυρίδης, Μάνος Κατράκης, Κώστας Στολίγκας κ.ά.
Μεγάλη κίνηση είχε το Θέατρο του Λευκού Πύργου στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής όπου έπαιξαν αρκετοί θίασοι. Το 1943 η «Καλλιτεχνική Εταιρεία» ανέβασε εκεί τους «Ηρακλείδες» του Ευριπίδη σε μετάφραση Κώστα Βάρναλη, σκηνοθεσία Κυριαζή Χαρατσάρη και σκηνικά Γιάννη Τσαρούχη. Στο θέατρο του Λευκού Πύργου πέρα από τους ελληνικούς θιάσους εμφανίστηκαν και αρκετοί ιταλικοί, γαλλικοί ακόμη και ισπανικοί θίασοι πρόζας, οπερέτας και μελοδράματος.
Το κτιριακό συγκρότημα του Θεάτρου του Λευκού Πύργου κατεδαφίστηκε αναιτιολόγητα το καλοκαίρι του 1956. Ένα ιστορικό συγκρότημα που συνδέθηκε με την ιστορία της πόλης, ακολούθησε τη μοίρα άλλων σημαντικών κτηρίων της πόλης. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι τα κτήρια ήταν σαθρά και έπρεπε να κατεδαφιστούν προκειμένου να επεκταθεί η νέα παραλία και να «καθαρίσει» η πλατεία γύρω από το μνημείο του Λευκού Πύργου. Οι τοπικές εφημερίδες δημοσίευσαν φωτογραφίες από τις εργασίες κατεδάφισης τον Ιούνιο του 1956. “Ένα ιστορικόν κέντρον της Θεσσαλονίκης που το εξαφανίζει η σκαπάνη του πολιτισμού”, έγραφε σε λεζάντα φωτογραφίας με το κατεδαφιζόμενο συγκρότημα η εφημερίδα “Ελληνικός Βορράς” στις 17 Ιουνίου 1956. Και μια άλλη, με ποιητική διάθεση, έδειχνε το υπό κατεδάφιση συγκρότημα του Κήπου και μιλούσε για το τέλος μιας εποχής: «Όπως πεθαίνει στην αφάνεια ένας γέρος και ξεπεσμένος αριστοκράτης»…
Χ.ΖΑΦ.
[…] διαβάστε τη συνέχεια στο thessmemory […]