Ο γιος μιας υπερήλικης Εβραίας της Θεσσαλονίκης, που επέζησε από τα ναζιστικά κρεματόρια του Άουσβιτς και του Μπέργκεν Μπέλσεν, και του συντρόφου της αντάρτη στη γερμανική κατοχή δολοφονείται φρικτά το 2018 στην περιοχή Καρπενησίου, όπου ζούσε η οικογένεια της Νίνας Πίνχας. Η Νίνα με την εγγονή της απευθύνεται στον αστυνόμο Άλκη Απτόσογλου, που βρισκόταν με άδεια στο Καρπενήσι, να ξετυλίξει τον μίτο της δολοφονίας. Η επιχείρηση εξιχνίασης της υπόθεσης μοιραία οδηγεί σε σκοτεινά, άγνωστα και μακάβρια μονοπάτια του παρελθόντος, στη δραματική δεκαετία του 1940. Τελικά ο βαρύς φάκελος της υπόθεσης και ο περίεργος φόνος εξιχνιάζει στην ουσία την Ιστορία και την πολύχρονη σιωπή της!
Στο δεύτερο βιβλίο του Η σιωπή δεν σε κρατά ζωντανό, που έχει πρωταγωνιστή τον ίδιο αστυνομικό ερευνητή, τον Άλκη Απτόσογλου, όπως και το πρώτο βιβλίο του «14 μέρες», ο Τάσος Παπαναστασίου βάζει ως υπότιτλο «Μια περιπέτεια του αστυνόμου Απτόσογλου με την Ιστορία». Πράγματι, με προσχηματικό άξονα τον αδόκητο φόνο του μεσήλικα γιου της Εβραίας, που τελέστηκε πολλές δεκαετίες μετά το εβραϊκό ολοκαύτωμα, ο συγγραφέας κάνει μια ριψοκίνδυνη βουτιά στη ζοφερή περίοδο και υπόθεση της εξόντωσης της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, που για χρόνια καλυπτόταν με βαριά και πυκνοϋφασμένα πέπλα σιωπής, αλλά και σε πτυχές βαρβαρότητας και γενναιότητας της Αντίστασης και του Εμφυλίου.
Με την αστυνομική μέθοδο, που ερευνά με προσοχή τις σκοτεινές λεπτομέρειες της δολοφονικής υπόθεσης για να φτάσει στην αλήθεια, ο Θεσσαλονικιός λογοτέχνης καταφέρνει με λιτή, πυκνή και συναρπαστική αφήγηση να εξατομικεύει την απωθημένη στη λήθη δραματική συλλογική ιστορία μέσα από την προσωπική εμπειρία και το τραγικό βίωμα των πρωταγωνιστών της και να διεισδύει στο κέντρο του καθολικού γεγονότος, στα πρόσωπα και τα αίτια που προκάλεσαν την τραγωδία.
Την ουσία του ιδεολογικού στόχου του συγγραφέα εμπεριέχει ο τίτλος του μυθιστορήματος. Επιχειρεί να σπάσει τη σιωπή, να αποκαλύψει την αλήθεια, να προβάλει τα πραγματικά περιστατικά που οδηγούν τελικά στη λύτρωση, που σε κρατούν ζωντανό, ανθεκτικό στη ζωή, στο παρόν. Ο τίτλος-δόγμα του βιβλίου, «Η σιωπή δεν σε κρατά ζωντανό», αντιπαραβάλλεται στην αρνητική στάση που κρατούσε η πρωταγωνίστρια Νίνα μετά την περιπετειώδη διάσωσή της από τα κρεματόρια, η οποία συμπυκνώνεται σε μια φράση της που απαντά στις κατηγορίες του γιού της για τη νωθρή στάση της απέναντι στο ναζιστικό έγκλημα: «Με τον πατέρα σου έπρεπε να επιλέξουμε. Ή να ζούμε μια ζωή κυνηγημένοι ή να κάνουμε μια συμφωνία: Θα ζούσαμε και δεν θα μιλούσαμε. Η σιωπή θα μας κρατούσε ζωντανούς. Αυτό επιλέξαμε. Τι θέλεις και τα ψάχνεις τώρα;»
Στις 15 Μαρτίου 1943 έφυγε το πρώτο τρένο με μελλοθάνατους Εβραίους από τον παλιό σιδηροδρομικό Θεσσαλονίκης.
Οι μοιραίοι πρωταγωνιστές
Ο βασικός άξονας του μυθιστορήματος ξετυλίγεται μέσα από περιπέτειες ζωής, κόντρες και μοιραίες συναπαντήσεις δύο προσώπων-πρωταγωνιστών: της Νίνας Πίνχας, μητέρας του δολοφονημένου και εκτοπισμένης στα ναζιστικά στρατόπεδα της Πολωνίας, και του Πέτρου Αποστολακούδη συνεργάτη των ναζί στη Θεσσαλονίκη, που καρπώθηκε την περιουσία των Πίνχας και άλλων εβραϊκών οικογενειών που εκτοπίστηκαν, διώκτη, βασανιστή της και μόνιμης σκιάς της Νίνας στη Θεσσαλονίκη και το Άουσβιτς. Στην πλοκή εντάσσεται και ο σύντροφος της Νίνας Σίμος Παλαιολόγου, αντάρτης του ΕΛΑΣ και στρατιώτης του εθνικού στρατού στην Εμφύλιο, ο γιός τους, Χάρης, που δολοφονήθηκε, αλλά και ο γιος του Αποστολακούδη, Γιάννης, που προσπαθεί από την πλευρά του να εξαφανίσει, να καθαρίσει πρόσωπα και στοιχεία που γνωρίζουν την εγκληματική ζωή και δράση του πατέρα του και τον ενοχοποιούν. Ιδιότυπος ερευνητής της υπόθεσης είναι ο αστυνόμος Άλκης Απτόσογλου, που ερευνά ανακαλώντας πρόσωπα, μνήμες και γεγονότα του παρελθόντος, προκειμένου να βρεθεί ο αίτιος και ο δράστης του φόνου. Κατά σατανική σύμπτωση ή αφηγηματική διαπλοκή, όλα τα πρόσωπα που συμπλέκονται στο μυθιστόρημα είναι μέλη οικογενειών που γνωρίζονταν ή είχαν σχέσεις στην προπολεμική Θεσσαλονίκη. Μάλιστα ο φαρμακοποιός Χάρης Παλαιολόγου, ο νεκρός του αστυνομικού αινίγματος, ερωτεύτηκε την κόρη του οικογενειακού εχθρού Πέτρου Αποστολακούδη, Αλίκη, και καρπός του έρωτά τους ήταν η Σοφία, αγαπημένη εγγονή της Νίνας.
Εβραίες κρατούμενες στα ναζιστικά στρατόπεδα.
Η Νίνα είναι το τραγικό πρόσωπο του μυθιστορήματος που εκπροσωπεί και συναιρεί με τη ζωή της το καθολικό δράμα του ομοφύλων της Θεσσαλονίκης και γενικά του εβραϊκού ολοκαυτώματος. Στη διάρκεια της εκτόπισης βίωσε, ανήμπορη να βοηθήσει, το λιντσάρισμα του πατέρα της Σιντό από άνδρες των Ες Ες, την κατακρεούργηση της μικρότερης αδερφής της από τα σκυλιά τους και είδε έντρομη τις άλλες δυο αδερφές της να οδηγούνται στα λουτρά των αερίων στο Άουσβιτς. Η Νίνα βασανίστηκε στο γκέτο από διεστραμμένη δεσμοφύλακα, έγινε πειραματόζωο ιατρικών δοκιμών και μοιραίο θύμα στα χέρια του σαδιστή, συνεργάτη των ναζί στη Θεσσαλονίκη, Πέτρου Αποστολακούδη, μετά την απόρριψη του «έρωτά» του. Ο δωσίλογος μάλιστα ζήτησε από τα αφεντικά του να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο κρεματόριο της Πολωνίας, όπου συνέχισε το σαδιστικό του σχέδιο κατά της άμοιρης Νίνας. Τους τελευταίους μήνες η σκελετωμένη Νίνα μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Μπέργκεν Μπέλσεν, όπου, βαριά άρρωστη από τύφο, στα πρόθυρα του θανάτου, σώθηκε την τελευταία στιγμή από τους Βρετανούς που κατέλαβαν το στρατόπεδο τον Απρίλιο του 1945, μετά την ήττα της Γερμανίας. Νοσηλεύτηκε σε στρατόπεδο εκτοπισμένων και επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, σε ένα περιβάλλον φρίκης, απουσίας των οικείων της και απόγνωσης, όπου όμως ξαναβρήκε ζωντανό τον νεανικό της έρωτα, τον Σίμο Παλαιολόγου. Αποφάσισαν να μετοικήσουν στο Καρπενήσι, για να σωθούν και να ξεχάσουν, μακριά από τους εφιάλτες και τους διώκτες τους…
Ο Γιάννης Αποστολακούδης, συνέχισε την φασιστική και δωσίλογη παράδοση του πατέρα του στη Θεσσαλονίκη και από νεαρός συνεργάστηκε με τους Γερμανούς καταδίδοντας Έλληνες πατριώτες και Εβραίους, καταπατώντας και ξεπουλώντας εβραϊκές περιουσίες με τη συνέργεια των ναζί για λογαριασμό του. Ένα απόβρασμα που μετά τη φυγή των Γερμανών προσπάθησε να σβήσει την αποτρόπαια δράση της οικογένειας, επιχειρώντας να φιμώσει και να εξαφανίσει τους ζωντανούς μάρτυρες των εγκλημάτων τους. Βασικός μακάβριος στόχος του ήταν να αφανίσει τα επιζώντα μέλη της οικογένειας Πίνχας, που είχαν στα χέρια τους συγκλονιστικά πειστήρια σε βάρος του πατέρα του. Η επιχείρηση αφανισμού τους, με ντόπιους συνεργάτες και αστυνομικούς, έφτασε ως το Καρπενήσι.
Η πλοκή και οι τόποι της αφήγησης
Η αφήγηση του μυθιστορήματος αναπτύσσεται σε ένα μήνα του πρόσφατου 2018, με αφετηρία το κεφάλαιο «Κλειδί Προυσού, 19 Ιουλίου 2018», τη μέρα του φόνου του Χάρη Παλαιολόγου, και τελικό τίτλο «Θεσσαλονίκη, 24 Ιουλίου 2018, πρωί», με μια απροσδόκητη και ιδιότυπη απονομή δικαιοσύνης. Τα ενδιάμεσα όμως 67 κεφάλαια του βιβλίου, με χρονολογικούς τίτλους που καλύπτουν ένα χρονικό διάστημα εννιά δεκαετίων, από το 1943 έως το παρόν, επιστρέφουν στο παρελθόν για να αφηγηθούν τα χαμένα κομμάτια του παζλ και να φωτίσουν τα αίτια της τραγωδίας. Η αφήγηση όμως δεν ακολουθεί τη χρονολογική ακολουθία, αλλά ταλαντεύεται εναλλακτικά σχεδόν από το 1943 ως σήμερα, ανάλογα με τα ευρήματα της αστυνομικής έρευνας που φτάνει στη ρίζα του κακού και τις προτεραιότητες της αφήγησης. Αυτός ο τρόπος της αφηγηματικής ανέλιξης δίνει ένταση και ρυθμό και λύνει, άμεσα, ιστορικά και νοηματικά χάσματα του μεγάλου χρόνου από τη σιωπή του ολοκαυτώματος και της εμφύλιας αδερφοσφαγής.
Τρεις είναι οι βασικοί τόποι που εναλλάσσονται στην εξιστόρηση του μυθιστορήματος: Η Θεσσαλονίκη, η μήτρα της τραγωδίας του ολοκαυτώματος και των δωσιλόγων, το κρεματόριο του Άουσβιτς και η περιοχή του Καρπενησίου, τόπος κατοικίας της οικογένειας Πίνχας-Παλαιολόγου, όπου έγιναν οι δολοφονίες δύο μελών της, και κεντρικό θέατρο της αντίστασης και του Εμφυλίου. Τα τοπόσημα αυτά εναλλάσσονται σε διαφορετικούς χρόνους, σύμφωνα με την οικονομία της αφήγησης. Στις σελίδες του βιβλίου κατατίθενται δεκάδες τοπωνύμια, γνωστά και άγνωστα, που αποτελούν το φυσικοκοινωνικό περιβάλλον και το σκηνικό δράσης των πρωταγωνιστών του μυθιστορήματος και των φοβερών γεγονότων της ζοφερής δεκαετίας.
Η αστυνομική πλοκή με τη σύγκρουση των προσώπων-πρωταγωνιστών του μυθιστορήματος και τους φόνους είναι μια αφηγηματική επιλογή του συγγραφέα για να μιλήσει για το εβραϊκό ολοκαύτωμα, που τελικά γίνεται μια υπερήμερη κονίστρα απότισης φόρου τιμής και μνήμης για τους άδικα και βίαια χαμένους συμπατριώτες μας, αλλά και δημόσια σκηνή όπου ξεσκεπάζεται η δράση των Ελλήνων συνεργατών των ναζί και η αδιάφορη έως αρνητική στάση των Θεσσαλονικιών στο ολοκαύτωμα. Στην αφήγηση ο συγγραφέας δεν καταφεύγει στη ρητορεία της ιστορίας, αλλά προβάλλει την τραγωδία μέσα από τα πάθη και τα λόγια των ίδιων των μυθιστορηματικών πρωταγωνιστών του βιβλίου. Η αφήγηση, απλή, ανθρώπινη και σπαρακτική, για την αποτρόπαια περιπέτειά τους και όσα βίωσαν στο φοβερό περιβάλλον των ναζιστικών στρατοπέδων τα θύματα του ολοκαυτώματος, είναι συγκλονιστική. Παράλληλα, τραγική και αποκαλυπτική γίνεται η αφήγηση για τον κόσμο των δωσιλόγων, των διωκτών των Εβραίων και των εγκληματικών δράσεων των μελών της οικογένειας που εκπροσωπεί την σκοτεινή, αντεθνική και ζοφερή μερίδα της κατοχικής Θεσσαλονίκης. Από το άρτιο αποτέλεσμα ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι ο Παπαναστασίου μελέτησε σε βάθος τις μαρτυρίες των Εβραίων θυμάτων και τις σχετικές μελέτες του ολοκαυτώματος, καθώς και τα αρχεία και τις μελέτες για τους δωσίλογους και την αξιόποινη συμπεριφορά τους εναντίον των Εβραίων και των Ελλήνων που είχαν διαφορετική δράση από τη δική τους και πατριωτική στάση.
Ένα δείγμα της εξαιρετικής όσο και συγκλονιστικής αφήγησης του συγγραφέα είναι όταν η Νίνα, περίφοβη και ανήμπορη να παρέμβει, παρακολουθεί την αργή είσοδο των δυο αδερφών της στην αίθουσα των αερίων του Άουσβιτς. Μια σελίδα, χωρίς στίξη, δίνει το αίσθημα της αγωνίας, της πνιγμονής και του ολέθρου που αισθάνονταν τα άμοιρα θύματα λίγο πριν από τον βίαιο θάνατό τους στο κρεματόριο.
Το μεγάλο ιστορικό απόθεμα, οικογενειακής και ατομικής μνήμης, μαρτυριών και ιστορικών μελετών, ο συγγραφέας το έπλασε σε λογοτεχνική μορφή, που δίνει παραστατικά και αξιόπιστα το μέγεθος της τραγωδίας με πρωταγωνιστές τους θύτες και τα θύματά της, στήνοντας παράλληλα αξιόπιστα τους ήρωες και χαρακτήρες του μυθιστορήματος, πραγματικούς και φαντασιακούς για τις ανάγκες της αφήγησης. Αρκετοί από αυτούς είναι ιστορικά πρόσωπα, όπως η όμορφη δεσμοφύλακας Ίρμα Γκρέζε, το ανθρωπόμορφο τέρας του Άουσβιτς που στήθηκε τελικά στο εκτελεστικό απόσπασμα, και ο αξιωματούχος ναζί Μαξ Μέρτεν που πρωτοστάτησε στον εκτοπισμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Με τη δομή, το ιστορικό πλαίσιο, τον λυρισμό και την ιδιαίτερη εμμονή του συγγραφέα όχι στη λύση του γρίφου αλλά στην αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας, η «Σιωπή» είναι ένα ρεαλιστικό ιστορικό μυθιστόρημα που χρησιμοποιεί προσχηματικά την αστυνομική πλοκή για να φτάσει στην πραγματική Ιστορία.
Εθνοσύμβουλοι στο προαύλιο του σχολείου των Κορυσχάδων Ευρυτανίας, όπου συνήλθε η σύνοδος του εθνικού συμβουλίου της ”Ελεύθερης Ελλάδας”, τον Μάη του 1944. Κάτω, το σχολείο που σήμερα στεγάζει Μουσείο της Εθνικής Αντίστασης.
Με φορέα τον πιστό σύντροφο της Νίνας Σίμο Παλαιολόγου, που βγήκε αντάρτης του ΕΛΑΣ, επικηρυγμένος από τον Μαξ Μέρτεν, και αργότερα υπηρέτησε στον Εμφύλιο τη θητεία του στον Εθνικό Στρατό, ο Παπαναστασίου γράφει εξαιρετικές σελίδες για την εποποιία της Αντίστασης και την τραγωδία της αδερφοσφαγής, προβάλλοντας δυο χαρακτηριστικές περιπτώσεις των δυο περιόδων. Την ενωτική έκφραση του μαχόμενου έθνους κατά της γερμανικής κατοχής με την πανελλήνια συνέλευση του εθνικού συμβουλίου στο χωριό Κορυσχάδες Καρπενησίου, τον Μάιο του 1944, που έδωσε ελπίδες για την εθνική ανασυγκρότηση μετά τον πόλεμο, και την πρωτόφαντη ειρηνική συνάντηση αντίπαλων τμημάτων του Εμφυλίου στο πέρασμα της Νιάλας στην Πίνδο. Σ’ αυτό το ορεινό πέρασμα, σε μεγάλο υψόμετρο, με χιονόπτωση και φοβερή χιονοθύελλα, την παραμονή του Πάσχα του 1947, πέρασαν ειρηνικά μέσα στις σκηνές του Εθνικού Στρατού φαντάροι και αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού. Για μια μόνο νύχτα οι σκληροί αντίπαλοι έζησαν μονιασμένοι με τα όπλα κρεμασμένα, και την επομένη ξανάρχισαν τον αλληλοσκοτωμό!
Το πέρασμα της Νιάλας με ενημερωτικές επιγραφές που αναφέρονται στο ιστορικό γεγονός της παροδικής ειρηνικής συμβίωσης αντιπάλων του Εμφυλίου.
«Το κακό πρέπει να εξοντώνεται πριν ριζώσει»
Εντέλει, ο συγγραφέας μέσα από την αφηγηματική έκθεση των ηρώων του, τις ιστορίες βαρβαρότητας και γενναιοφροσύνης, προβάλλει το διαχρονικό δίλημμα και πρόταγμα της Ιστορίας ως πού μπορεί να φτάσει και πώς ο άνθρωπος σε δύσκολες καταστάσεις, με θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα. Από τη μια μεριά στην αυτοθυσία, στον αλτρουισμό, στην εγκαρτέρηση, σε γενναίες πράξεις ανθρωπισμού, και από την άλλη στη βία, στην αρπαγή, στο σαδισμό, στη φρίκη, στη θηριωδία, στον φόνο, στην ακραία έκρηξη των άγριων ενστίκτων του. Πώς θεριεύουν και γίνονται μηχανή θανάτου, πως φτάνουν σε συνθήκες αποκτήνωσης οι άνθρωποι και ποια είναι η γιατρειά του, πώς εξοντώνεται το Κακό; Με αυτήν την εικόνα του Κακού και τη ηθική διαχείρισή του τελειώνει και το μυθιστόρημα, γράφοντας στην ακροτελεύτια παράγραφο ο Τάσος:
«Όταν η Σοφία κοιμήθηκε, αυτός (ο Άλκης Απτόσογλου) βγήκε ξανά στο μπαλκόνι, αγνάντεψε στο βάθος τις κορφές της Καλιακούδας και της Χελιδόνας, που όριζαν σαν πύλες το σημείο που η κοιλάδα του Καρπενησιώτη στένευε στο Κλειδί του Προυσού, και καπνίζοντας το πουράκι του αφέθηκε στα απόνερα του χειρότερου διλήμματος με το οποίο βρέθηκε αντιμέτωπος μέχρι τώρα στη ζωή του. Το κακό δεν πρέπει μόνο να χάνει. Το κακό πρέπει να εξοντώνεται πριν ριζώσει. Μάλλον…»
Χ. ΖΑΦ.
Ο Τάσος Παπαναστασίου γεννήθηκε το 1964 στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Είναι δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Δίδαξε για τρεις δεκαετίες σε δημόσια δημοτικά της Ευρυτανίας και της πόλης του και από το 2018 διευθύνει το Δημοτικό Σχολείο του Ομίλου Σχολείων Βιωματικής Μάθησης της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής (Θεσσαλονίκη). Το πρώτο μυθιστόρημά του, με τίτλο 14 Ημέρες (και ήρωα τον αστυνόμο Άλκη Απτόσογλου), κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Επίκεντρο. Η σιωπή δεν σε κρατά ζωντανό κυκλοφορεί από τις αρχές του 2021 στις εκδόσεις Μεταίχμιο.