Ένα ιστορικό μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε τον καιρό της πανδημίας (Φεβρουάριος 2020) καταγράφει την τραγική πορεία μας οικογένειας της Χαλκιδικής, που στην ουσία αποτυπώνει εμβληματικά τα εθνικά πάθη και παθήματα του ελληνισμού στη διάρκεια του 20ού αιώνα. Είναι το βιβλίο ‘’Εμείς θα ζήσουμε’’ της Αντωνίας Ζεβόλη-Νταουντάκη που βγήκε από τις εκδόσεις Εύμαρος στην Αθήνα.
Η συγγραφέας εξιστορεί με λογοτεχνική γραφή την οικογένεια του Αρίσταρχου Παραθυρά, από τις αρχές του 20ού αιώνα ως τις τελευταίες δεκαετίες του, χωρίς να καταφύγει στη μυθοπλασία, καθώς η σκληρή πραγματικότητα διέθετε όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν συναρπαστικό ένα μυθιστόρημα και ξεπερνούν τη λογοτεχνική φαντασία. Όπως σημειώνει η κ. Ζεβόλη ‘’τα γεγονότα είναι τέτοια που δεν σηκώνουν μυθοπλασία, παρά μόνο το λογοτεχνικό χάδι της πένας’’. Κεντρικός αφηγητής είναι η μικρότερη κόρη της οικογένειας, η Ντόρα, που είχε την τραγική τύχη να εξιστορίσει τις εξάρσεις, τις πτώσεις, τους κατατρεγμούς και τους χαμούς των γονιών της και των αδερφών της. ‘’Εγώ δεν είμαι ιστορικός, συστήνεται η αφηγήτρια, για να γράψει Ιστορία με μολύβι. Ό.τι έζησα τα έζησα με το σώμα, με την καρδιά, με την ψυχή. Έτσι τα ξέρω κι έτσι τα γράφω…’’.
Ο αρχηγός της οικογένειας και τα έξι παιδιά του (τρία αγόρια και τρία κορίτσια) είχαν συμμετοχή στα μεγάλα εθνικά γεγονότα του αιώνα, από τον εθνικό διχασμό του πρώτου παγκόσμιου πολέμου ως τη γερμανική κατοχή, τον εμφύλιο και τον μετεμφυλιακό ζόφο. Δυο μάλιστα παλικάρια της οικογένειας εκτελέστηκαν!.. Ο νεαρός φοιτητής της Νομικής Μιλτιάδης Παραθυράς εκτελέστηκε στην κατοχή το 1944 από τους Γερμανούς ως μέλος αντιστασιακής οργάνωσης και ο μικρότερος αδερφός του Ρήγας το 1951 από το μετεμφυλιακό κράτος, καταδικασμένος από το έκτακτο στρατοδικείο ως στέλεχος του Δημοκρατικού Στρατού…
Να δώσουμε με λίγα ξερά λόγια την ιστορία των μυθιστορηματικών ηρώων – μελών της οικογένειας του Αρίσταρχου Παραθυρά, που δεν έχουν, βέβαια, καμιά σχέση με την συγκινητική λογοτεχνική αφήγηση του βιβλίου, όπου όλα τα αναφερόμενα πρόσωπα εμφανίζονται με τα πραγματικά τους ονόματα.
Ο δάσκαλος Αρίσταρχος Παραθυράς, ως στρατιώτης όμηρος των Γερμανών (μαζί με ολόκληρο το Δ΄ Σώμα Στρατού όπου υπηρετούσε στη διάρκεια του Α΄ παγκόσμιου πολέμου) στο Γκέρλιτς της Γερμανίας. Δίπλα η αγαπημένη γυναίκα του Ανθή (εδώ νεαρή δασκάλα), ο ”βράχος” στη δύσκολη πορεία της οικογένειας.
Ο Αρίσταρχος Παραθυράς, γόνος ναυτικής οικογένειας της Κασσάνδρας που πήρε μέρος στον αγώνα της επανάστασης του 1821, γεννήθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα στην Βάλτα (σημερινή Κασσάνδρεια) της Χαλκιδικής. Μετά την αποφοίτησή του το 1912 από το Διδασκαλείο Θεσσαλονίκης διορίστηκε στο χωριό Γρίβα Γουμένισσας προσφέροντας σημαντικές εθνικές υπηρεσίες στην σκλαβωμένη Μακεδονία και εκεί έζησε την ποθούμενη απελευθέρωσή της. Επιστρατεύτηκε στους βαλκανικούς πολέμους και το 1916 υπηρετεί στην ανατολική Μακεδονία στο Δ’ Σώμα Στρατού, το οποίο αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς και ολόκληρο (7.000 άνδρες όμηροι με τον διοικητή τους τον στρατηγό Χατζόπουλο!) μεταφέρεται σιδηροδρομικώς στη Γερμανία, στην πόλη Γκέρλιτς. Στην ομηρία έζησε δύσκολες μέρες από την πείνα, την κακομεταχείριση των Γερμανών, αλλά και τις εσωτερικές συγκρούσεις από τον εθνικό διχασμό βενιζελικών – βασιλικών. Ως μορφωμένος και γερμανομαθής αναμίχθηκε στα πολιτιστικά του ‘’στρατοπέδου’’, ήρθε σε επαφή με αξιόλογους μορφωμένους συστρατιώτες του και τις ιδεολογικές ζυμώσεις και επηρεάστηκε από τις επαναστατικές ιδέες της Ρόζας Λούξεμπουργκ, ιδεολογία που σφράγισε τη μετέπειτα ζωή του. Επέστρεψε σε κακή κατάσταση στην Κασσάνδρα, παντρεύτηκε μια συνάδελφό του και υπηρέτησε ως δάσκαλος σε χωριά της Χαλκιδικής. ΄΄Στο διάστημα ανάμεσα στους δυο πολέμους, λέει η αφηγήτρια, οι γονείς έζησαν φτωχικά αλλά όμορφα, ήρεμα, αγαπημένα και έκαναν έξι παιδιά’’, τρία από τα οποία σπούδαζαν. Πριν από τον δεύτερο πόλεμο ο Αρίσταρχος έφτασε να γίνει διευθυντής των δημοτικών σχολείων στη Χαλκιδική, έχοντας την αγάπη των μαθητών του και των δασκάλων και την εκτίμηση των ανωτέρων του για το ήθος και την γενναιόδωρη προσφορά του στους μαθητές του, στην εκπαίδευση και την περιοχή του.
Κατατρεγμοί, διώξεις και εκτελέσεις
Πάνω οι δυο γιοι του Αρ. Παραθυρά που εκτελέστηκαν. Ο Μιλτιάδης (αριστερά) που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς το 1944 και ο Ρήγας που στήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα το 1951 καταδικασμένος από το έκτακτο στρατοδικείο για τη συμμετοχή του στον Δημοκρατικό Στρατό.
Τα μεγάλα προβλήματα για την οικογένεια άρχισαν στην γερμανική κατοχή και ο γολγοθάς της κορυφώθηκε στον εμφύλιο. Ο μεγάλος γιος του Μιλτιάδης, γεννημένος το 1923, φοιτητής της Νομικής του ΑΠΘ, που ήταν τομεάρχης της ΕΠΟΝ Κασσάνδρας, συνελήφθη από τους Γερμανούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους και εκτελέστηκε στο ‘’μακελειό της Βάλτας’’ τον Φλεβάρη του 1944, σε ηλικία 21 χρόνων μαζί με πολλούς συναγωνιστές του. Η αδερφή του Τασούλα, που συμμετείχε στην αντίσταση, συνελήφθη και στάλθηκε σε στρατόπεδο της Γερμανίας και θεωρούνταν χαμένη. Μετά από μήνες επέστρεψε ψυχικό και σε σωματικό ράκος αιφνίδια στο σπίτι της, όπου οι γονείς της είχαν κάνει την κηδεία της! Ο Αρίσταρχος έπεσε σε δυσμένεια και στην περίοδο της λευκής τρομοκρατίας, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945, δέχτηκε από ταγματασφαλίτες της περιοχής πρωτοφανείς διώξεις.
Οι αβάσταχτες πιέσεις οδήγησαν τον μικρότερο γιο, τον Ρήγα, γεννημένο το 1928, που ετοιμαζόταν να δώσει εξετάσεις στο πανεπιστήμιο, να βγει στο βουνό το 1946 και να ενταχθεί στις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού. Ο θαρραλέος 18άρης Ρήγας εξελίχτηκε στο αντάρτικο και έφτασε να γίνει μέλος του αρχηγείου των ανταρτών στη Χαλκιδική. Συνελήφθη τραυματισμένος μετά από μάχη, καταδικάστηκε σε θάνατο, κρατήθηκε στο Επταπύργιο και εκτελέστηκε το Μάρτη του 1951 μαζί με άλλους αντάρτες. Την ίδια μέρα και στον ‘’συνήθη τόπο’’ πίσω από το Επταπύργιο εκτελέστηκε και ο Νίκος Νικηφορίδης, που το έγκλημά του ήταν η διακίνηση μιας διεθνούς καμπάνιας για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων…
Ομάδα κρατούμενων γυναικών στο ”καπνομάγαζο” στη Θεσσαλονίκη στη διάρκεια του εμφυλίου. Ανάμεσά τους και δυο αδερφές της οικογένειας Παραθυρά.
Την ίδια περίοδο εντάθηκαν οι πιέσεις προς όλα τα μέλη της οικογένειας για να αποκηρύξουν τον Ρήγα. Οι τρεις αδερφές του, μεταξύ των οποίων και η 17χρόνη τότε μαθήτρια αφηγήτρια, συνελήφθησαν και κλείστηκαν στο τμήμα Μεταγωγών και στο ‘’καπνομάγαζο’’ στη Θεσσαλονίκη, ο πατέρας και ο μικρότερος γιος το ίδιο κρατούμενοι στη Θεσσαλονίκη. Έμεινε ‘’ελεύθερη’’ μόνο η μάνα, που γύριζε από φυλακή σε φυλακή και να μαθαίνει για τη μοίρα των αγαπημένων της και να συνδράμει όσο γίνεται στην επιβίωσή τους. Το δράμα δεν είχε τελειωμό, ακολούθησε η εξορία για τον πατέρα Παραθυρά και όλα τα παιδιά του στη Μακρόνησο. Οι αδερφές και ο μικρός Χρήστος, που διδάχτηκε τα μαθήματα της τελευταίας τάξης του Γυμνασίου ‘’κατ’ οίκον’’, όπως έγραφε η σχετική βεβαίωση, δηλαδή στο κολαστήριο της Μακρονήσου.
Στη δεκαετία του ’50, σε κλίμα κατατρεγμού οι αδερφές κράτησαν τη σημαία του αγώνα, έκαναν οικογένειες και ο Χρήστος πήγε να σπουδάσει γιατρός στην Ιταλία, πουλώντας η οικογένεια, για να καλύψει τα έξοδα των σπουδών του, το χωράφι όπου έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των Γερμανών και θάφτηκε σε κοινό τάφο ο αδερφός του Μιλτιάδης. Μεταγράφηκε μετά από τρία χρόνια στην Πίζα στο πρώτο έτος της Ιατρικής Θεσσαλονίκης, την τέλειωσε και σταδιοδρόμησε ως γιατρός, προσφέροντας γενναιόδωρα τις υπηρεσίες του στην φτωτοχολογιά της Καλαμαριάς. Στα χρόνια της χούντας συνελήφθη και βασανίστηκε με την κατηγορία ότι νοσήλευσε κρυφά τον καταζητούμενο πρώην βουλευτή της ΕΔΑ και κορυφαίο αγωνιστή κατά της χούντας Γιώργη Τσαρουχά. Στη διάρκεια της δικτατορίας ήταν ο ‘’αόρατος’’ γιατρός όλων σχεδόν των διωκόμενων αντιστασιακών στη Θεσσαλονίκη. Ο Χρήστος Παραθυράς υπήρξε υποψήφιος δήμαρχος Καλαμαριάς, αλλά… παραμέλησε την προεκλογική περίοδο λόγω μιας επιδημίας που ενέσκηψε την ίδια εποχή, δίνοντας προτεραιότητα στη θεραπεία των συνδημοτών του… Πέθανε το 2014 σε ηλικία 82 χρόνων, ο γιος του πήρε το όνομα του εκτελεσμένου αδερφού του και ήταν ‘’ο μόνος από τους αδερφούς Παραθυρά που είχε κανονικό τάφο και μια κηδεία όπως την ήθελε’’, όπως λέει η αφηγήτρια αδερφή του.
Το βιβλίο
Το μυθιστόρημα ΄΄Εμείς θα ζήσουμε’’ είναι η συγκλονιστική αφήγηση της πραγματικής επώδυνης πορείας της οικογένειας Παραθυρά, μια τίμια προσέγγιση μακριά από τη φιλοτέχνηση μιας αγιογραφίας. Η συγγραφέας διατηρεί τα πραγματικά ονόματα και περιγράφει τα γεγονότα με την ακρίβεια ιστορικού, χωρίς μυθοπλασίες και φανταστικά συμπληρώματα. Η Αντωνία Ζεβόλη-Νταουντάκη με συγκρατημένη συγκίνηση και λιτό λόγο, χωρίς λυρικές ή δραματικές εξάρσεις, ζωντανεύει με διαλόγους και επιμέρους περιγραφές γεγονότων, προσώπων και συναισθημάτων την μυθιστορηματική (αληθινή) αφήγηση. Παράλληλα με την ιστορία της οικογένειας δίνει και πινελιές από το ιστορικό πλαίσιο του τόπου και της χώρας, όπου ζουν τα πρόσωπα και τελούνται τα δραματικά συμβάντα, πετυχαίνοντας εντέλει να προβάλει με λογοτεχνική δεξιοτεχνία και συναισθηματική φόρτιση το πανόραμα της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας του δύσκολου αιώνα. Η αφηγήτρια κόρη της οικογένειας, λογοτεχνικό τέχνασμα της συγγραφέα για την οικονομία της αφήγησης, δεν παίρνει θέση υπέρ της μιας ή της άλλης εμφύλιας πλευράς απέναντι στα δραματικά εμφύλια δρώμενα και τα δεινοπαθούντα πρόσωπα, δεν κρίνει με ιδεολογικό φακό τα γεγονότα. Τα πρόσωπα είναι μοιραίοι πρωταγωνιστές μιας πολιτικής συγκυρίας όπου προεξάρχουν ποικίλα συναισθήματα: της αξιοπρέπειας, της συνέπειας, του αγωνιστικού σθένους, του πατριωτισμού, της γενναιότητας και της γενναιοδωρίας από τη μια και από την άλλη της σκληρότητας, της βίας, του αχαλίνωτου πάθους, της μισαλλοδοξίας, της προδοσίας, του δωσιλογισμού. Η κριτική και η επιλεκτική ευθύνη ανήκει στον αναγνώστη.
Παρά το ζοφερό κλίμα των γεγονότων, το μήνυμα του βιβλίου είναι αισιόδοξο. Είναι μια καταδίκη της διχόνοιας που έφερε τους μοιραίους επιτόπιους εμφύλιους του περασμένου αιώνα, οι οποίοι προκάλεσαν εκατόμβες νεκρών και εθνικές τραγωδίες. Στο επίμετρο, σε μια εκ βαθέων ‘’συνομιλία’’ με τους εκτελεσμένους αδερφούς, η αφηγήτρια αδερφή διεκτραγωδεί τη διχόνοια:
‘’Ολοι στην οικογένειά μας, εκτός από σας που καήκατε στη φωτιά της νιότης σας, έφυγαν από καρκίνο. Η μάνα πρώτη, ο πατέρας μετά, και η Τασούλα και η Κατερίνα και ο Χρήστος πολύ αργότερα. Θα μου πείτε, με τέτοια βάσανα από τι άλλο θα πήγαιναν; Όμως, απ’ ό,τι έμαθα, και ο Ψητάρας, ο ταγματασφαλίτης που μας κυνήγησε, κι αυτός από καρκίνο πέθανε. Καρκίνος της Ελλάδας η διχόνοια, που την τρώει χρόνια, από τα γεννοφάσκια της. Διχόνοια και ο καρκίνος της Αριστεράς…’’
Οι τρεις αδερφές Παραθυρά, Τασούλα, Κατίνα και Ντόρα (η αφηγήτρια), μετά την εκτέλεση και το πένθος για τον αδερφό τους Ρήγα, ορκίζονται ότι ”Εμείς θα ζήσουμε” και φωτογραφίζονται με τα μαύρα ρούχα και την ελπίδα καρφιτσωμένη στο πέτο και τα σφιγμένα χαμόγελα…
Όμως η ελπίδα και η αισιοδοξία για αλλαγή του κόσμου είναι παρούσες. Η Ιστορία αλλάζει: ‘’Γι’ αυτό Μίλτο, γι’ αυτό Ρήγα να είστε ήσυχοι. Ακόμη κι όταν έρθω εγώ η τελευταία, και οι άλλοι της γενιάς μας να σας ανταμώσουμε, νέα κλαδιά θα βγαίνουν πάντα να καλύψουν τα κενά των κομμένων, δημιουργώντας στο μέλλον ανθοφορίες με τρόπους που ίσως ποτέ εμείς δεν φανταστήκαμε…’’.
Έμαθα πολλά και συγκινήθηκα από την ανάγνωση του βιβλίου ‘’Εμείς θα ζήσουμε’’. Είναι μια τίμια προσέγγιση με καλό λόγο μιας εμβληματικής τραγικής οικογένειας που μέσα από τη βιωματική μικροϊστορία μάς μαθαίνει, με το λογοτεχνικό χάδι, τα συναισθήματα και τα ανθρώπινα πάθη, αλλιώς την Ιστορία.
Χ.ΖΑΦ.
*Ευχαριστώ τις εκδόσεις Εύμαρος για την παραχώρηση των φωτογραφιών που δημοσιεύονται στην παρούσα ανάρτηση.