εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” 30.8.1989
Μια παλιότερη υπουργική απόφαση, ότι ανοίγουν 2.500 παλιοί φάκελοι κοινωνικών φρονημάτων πολιτών, – και ένα εξαιρετικό βιβλίο του ιστορικού Βαγγέλη Καραμανωλάκη για την καταστροφή των φακέλων που εκδόθηκε πρόσφατα (2019) – μάς ξαναφέρνουν μνήμες από το κάψιμο των εκατοντάδων χιλιάδων ατομικών φακέλων που έγινε τον Αύγουστο του 1989. Ήταν μια συμβολική πράξη, 40 χρόνια μετά τη λήξη του εμφύλιου πολέμου, μαζί με την ομόφωνη ψήφιση από την οικουμενική κυβέρνηση Τζανετάκη για την “άρση των συνεπειών του εμφυλίου 1944-49”. Προκάλεσε όμως και πολλές αντιδράσεις γιατί καταστράφηκαν σημαντικά ιστορικά τεκμήρια.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του τότε υπουργού δημόσιας τάξης, οι φάκελοι παρακολούθησης των φρονημάτων των πολιτών έφταναν τα 33.000.000 (!), χρονολογούνταν από την περίοδο του μεσοπολέμου και έφταναν σχεδόν ως τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, με ιδιαίτερη έξαρση στον εμφύλιο, τη μετεμφυλιακή περίοδο και τα χρόνια της χούντας. Στους ατομικούς φακέλους των πολιτών καταγράφονταν, μετά από συστηματική παρακολούθηση, οι πολιτικές κινήσεις και η ιδεολογία τους από τους αστυνομικούς και πολλούς πληροφορητές τους, με αναξιόπιστες και ψευδείς τις περισσότερες φορές καταγραφές. Ήταν, όπως τους χαρακτήρισαν, μνημεία χαφιεδισμού, εμπάθειας, παραλογισμού, αγριότητας, ψεύδους και βαρβαρότητας μιας δύσκολης εποχής στην οποία αστυνομεύονταν το φρόνημα και η πολιτική σκέψη και δράση.
Από τα ράφια των αστυνομικών καταστημάτων στην “Σιδενόρ”…
Η καταστροφή των ατομικών φακέλων πολιτικών φρονημάτων, θεωρήθηκε τότε ότι ήταν το τέλος μιας παράλογης και αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς κρατικών υπηρεσιών που έπρεπε να σταματήσει οριστικά. Η κοινή υπουργική απόφαση (Δημόσιας τάξης/Γιάννης Κεφαλογιάννης, Εσωτερικών/Νίκος Κωνσταντόπουλος, Δικαιοσύνης/Φώτης Κουβέλης, Προεδρίας /Θανάσης Κανελλόπουλος) επέλεξε τη συγκέντρωση των φακέλων σε μεγάλες πόλεις και το κάψιμό τους τους σε υψικαμίνους εργοστασίων στις 29 Αυγούστου 1989. Στην Αθήνα η καταστροφή τους έγινε στη “Χαλυβουργική” και στη Θεσσαλονίκη στη “Σιδενόρ” (πρώην “Βιοχάλκο”). Η απόφαση της πυράς προκάλασε ανάμικτες αντιδράσεις και επεισόδια ανάμεσα σε αστυνομικούς και πολίτες που επιχείρησαν να αποτρέψουν την καύση των φακέλων. Πολλοί, ιδιαίτερα αντιδικτατορικοί αγωνιστές και ερευνητές, τη χαρακτήρισαν άτοπη και εγκληματική, καθώς οι φάκελοι περιείχαν πολύτιμο ιστορικό υλικό και μαρτυρίες αγώνων που έπρεπε να δοθούν προς μελέτη στους ερευνητές της ιστορίας. Σύμφωνα με δηλώσεις κυβερνητικών, κάηκαν σε όλη τη χώρα 17.000.000 φάκελοι, από τους οποίους 1.800.000 στη Θεσσαλονίκη και 9.000.000 φάκελοι στην Αθήνα.
Στην υψικάμινο της “Σιδενόρ”
Ήμουν ένας από τους δεκάδες αγανακτισμένους πολίτες που αντέδρασαν στο κάψιμο των φακέλων, σχηματίζοντας ανθρώπινη αλυσίδα γύρω από το σωρό με τους φακέλους στην υψικάμινο της “Σιδενόρ” στη Θεσσαλονίκη. Η παρακολούθηση της καύσης ήταν ανοιχτή στους πολίτες, γιατί θεωρούνταν από την κυβέρνηση ένα είδος “γιορτής” κι έτσι μπήκαν πολλοί αντιστασιακοί με σκοπό να παρεμποδίσουν την καύση. Έγώ έφερα μαζί μου, με προσωπική επιλογή, ένα τυλιγμένο χάρτινο πλακάτ σε ρολό, το οποίο δεν προκάλεσε υποψίες και δεν το κράτησαν στην είσοδο του εργοστασίου. Όταν έφτασα στο χώρο της υψικαμίνου, ανέβηκα στην κορυφή του σωρού με τους φακέλους, που ήταν έτοιμοι να ριχτούν στη φωτιά, και το άνοιξα με τα δυο μου χέρια. Το χαρτόνι γραμμένο με μαρκαδόρο έγραφε: “Όχι στο κάψιμο της Ιστορίας και της εθνικής μνήμης”. Αμέσως ανέβηκαν στο σωρό αστυνομικοί, τσαλάκωσαν το χαρτόνι και με κατέβασαν με αγριότητα. Στη συνέχεια μαζί με άλλους διαμαρτυρόμενους (θυμάμαι και βλέπω στις δημοσιευμένες σε εφημερίδες φωτογραφίες τον δημοσιογράφο Κλέαρχο Τσαουσίδη, τον φωτορεπόρτερ Βασίλη Μποζίκη, τους αντιστασιακούς Τριαντάφυλλο Μηταφίδη, Τάσο Δαρβέρη και Αφρούλα Σαπουντζή, τον Χατζηαποστόλου (τον Τίγρη” της υπόθεσης Λαμπράκη), τον νυν δήμαρχο Συκεών Σίμο Δανιηλίδη κ.α.) καταλάβαμε τον φορτωτή μεταφοράς των φακέλων στην πυρά. Μετά από λίγα λεπτά μας κατέβασαν και από κει με τη βία και το κάψιμο έγινε απρόσκοπτα….
…και το κατέβασμα από τον φορτωτή με… ”ήπια μέσα” από τους αστυνομικούς για να αρχίσει το κάψιμο των φακέλων… Κάτω, ο αστυνομικός κλοιός με απωθεί έξω από τον χώρο της υψικαμήνου. Δεξιά, η συνάδελφος Δήμητρα Φωτιάδου δείχνει τη συναδελφική της αλληλεγγύη, αλλά απωθείται βίαια κι αυτή… (φωτο Φώτης Φιλαργυρόπουλος)
Πόσοι φάκελοι σώθηκαν τελικά;
Είχαν ανακοινώσει τότε ότι κρατήθηκαν γύρω στους 2000 φάκελοι προσωπικοτήτων (πολιτικών, αντιστασιακών, δημοσιογράφων κλπ.) χωρίς όμως να ανακοινωθούν τα ονόματά τους. Με την τελευταία κοινή υπουργική απόφαση αίρεται το απόρρητο για 2.500 φακέλους, που είχαν διασωθεί, και παρέχεται έτσι η δυνατότητα δημοσιοποίησης τους και ανάληψής τους από συγγενείς. Θα είναι σίγουρα χρήσιμοι στην ιστορική έρευνα, όπως θα ήταν και οι καμμένοι φάκελοι, τους οποίους η κοινότητα των ερευνητών τους θεωρεί μεγάλη απώλεια για την “Ιστορία και την εθνική μνήμη”. Όσο για το σύγχρονο φακέλωμα, αν συνεχίζεται “διακριτικά” και σε ποιες κατηγορίες πολιτών, αν έχει προσαρμοστεί στο ηλεκτρονικό σύστημα και ποιοι το ασκούν, παραμένει μυστικό και άγνωστο και θα το μάθουν μελλοντικές γενιές όταν θα αρθεί το απόρρητο των ηλεκτρονικών φακέλων…
Χ.ΖΑΦ.
Ο εξαιρετικός ιστορικός φίλος μου Βαγγέλης Καραμανωλάκης, επίκουρος καθηγητής στο ΕΚΠΑ, έγραψε (2018) ένα σημαντικό βιβλίο για το θέμα των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων όπου αναλύει επιστημονικά το πολιτικό-κοινωνικό φαινόμενο που ταλαιπώρησε την ελληνική κοινωνία στο β’ κυρίως μισό του 20ού αιώνα. Στο βιβλίο του παραθέτει και τη δική μου διαμαρτυρία που τη χαρακτηρίζει ως ”μια από τις ελάχιστες που διαθέτουμε από όσους και όσες αντέδρασαν δυναμικά εναντίον της καταστροφής των φακέλων”.