Στη νοτιοανατολική πλευρά του συμμαχικού νεκροταφείου του Ζέιτενλικ εκτείνεται το κοιμητήριο των Καθολικών (περιοχή του παλιού δήμου Αμπελοκήπων). Το κοιμητήριο λειτουργεί από το 1870 και διατηρεί αρκετούς παλιούς τάφους του 19ου και 20ού αιώνα, που ανήκουν σε εμπόρους, προξενικούς υπαλλήλους και μοναχούς του τάγματος των Λαζαριστών.
Στο καθολικό κοιμητήριο διατηρούνται οι τάφοι των δύο μεγάλων Ιταλών Αρχιτεκτόνων της Θεσσαλονίκης Πιέρο Αριγκόνι και Βιταλιάνο Ποζέλι που άφησαν στην πόλη εξαιρετικά αρχιτεκτονήματα στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού αιώνα. Εντυπωσιακός είναι και ο οικογενειακός τάφος-μαυσωλείο της οικογένειας Σαρνώ (Sharnaud), αν και βρίσκεται σε ερειπιώδη κατάσταση. Άλλοι οικογενειακοί τάφοι είναι των Μουρατόρι, Φέντι (Fedi), Πέπε (Pepe), Παλαμάρι (Pallamari), Ακουαρόνε (Aquarone), Μαρόκο (Marocco), Τσίτεριχ Citterich) κ.ά. Αρκετοί τάφοι έχουν καλαίσθητα επιτύμβια ανάγλυφα (σταυροί, άγγελοι κλπ). Το κοιμητήριο των Καθολικών παραμένει εν ενεργεία και σήμερα για τη θρησκευτική κοινότητα της πόλης.
Ο οικογενειακός τάφος των Ποζέλλι στο κοιμητήριο των Καθολικών στη δυτική Θεσσαλονίκη (περιοχή Αμπελοκήπων).
Βιταλιάνο Ποζέλι
Ο Ιταλός Βιταλιάνο Ποζέλλι (Vitaliano Poselli) είναι ο διάσημος αρχιτέκτονας που σχεδίασε τα σημαντικότερα δημόσια κτήρια που έχτισε η οθωμανική διοίκηση στη Θεσσαλονίκη κατά τον 19ο αιώνα. Το Διοικητήριο (υπουργείο Μακεδονίας Θράκης), οι στρατώνες του Γ΄ Σώματος Στρατού, και η σχολή Idadie (παλιό κτήριο της Φιλοσοφικής σχολής του ΑΠΘ) είναι έργα του. Έβαλε επίσης τη σφραγίδα του σε εμβληματικά κτήρια της πολυεθνικής Θεσσαλονίκης κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου και την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Έχτισε το τζαμί των ντονμέδων (Γενί τζαμί), τις εκκλησίες των Καθολικών και των Αρμενίων, την Τράπεζα Θεσσαλονίκης των Αλλατίνι (στοά Μαλακοπής), τη συναγωγή Μπετ Σαούλ, που ανατινάχτηκε το 1943 από του Γερμανούς ναζί, τους μύλους Αλλατίνι και τη βίλα Αλλατίνι (πρώην έδρα περιφερειακής διοίκησης Θεσσαλονίκης).
Ο Βιταλιάνο Ποζέλλι και δίπλα του η επιτοίχια υπογραφή του που άφησε στο Γενί τζαμί της Θεσσαλονίκης (στην Αρχαιολογικού Μουσείου), το οποίο χτίστηκε με σχέδια του.
Ο Ποζέλλι γεννήθηκε το 1838 στο Καστιλιόνε (Castiglione) της Σικελίας. Σπούδασε στη Ρώμη και έχτισε αρκετά κτήρια της οθωμανικής διοίκησης και κατοικίες στην Κωνσταντινούπολη. Το 1888 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου έχτισε τα σημαντικότερα δημόσια κτήρια της πόλης και τιμήθηκε για το αρχιτεκτονικό του έργο που εντάσσεται στον αρχιτεκτονικό ρυθμό του εκλεκτικισμού. Παντρεύτηκε Ιταλίδα, έκανε πολλά παιδιά και εντάχθηκε στην κοινωνία της πόλης. Πολλοί απόγονοί του ζούνε στη Θεσσαλονίκη. Πέθανε το 1918 σε ηλικία 80 χρόνων, και ο οικογενειακός τάφος του βρίσκεται στο Καθολικό κοιμητήριο της πόλης.
Το Διοικητήριο (υπουργείο Μακεδονίας- Θράκης), σε παλιότερη φωτογραφία, έργο του Βιταλιάνο Ποζέλλι.
Πιέρο Αριγκόνι
Ο Ιταλός πολιτικός μηχανικός Πιέρο Αριγκόνι (Pierro Arrigoni) έχει συνδέσει το όνομά του με τις υποδομές του τραμ και του σιδηρόδρομου και τον σχεδιασμό πολλών ιδιωτικών κατοικιών στη Θεσσαλονίκη. Γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1856 όπου και σπούδασε και ήρθε στη Θεσσαλονίκη το 1890 ως διευθυντής της βελγικής εταιρείας που είχε αναλάβει την εκμετάλλευση των τροχιοδρόμων της πόλης. Στη συνέχεια προσλήφθηκε από την Compagnie Francaise de Chemins de Fer: ‘’Jonction Salonique –Constantinople’’ για την κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου Θεσσαλονίκης -Κωνσταντινούπολης.
Ο τάφος του Αριγκόνι στο κοιμητήριο των Καθολικών στη Θεσσαλονίκη και κάτω το σωζόμενο πορτρέτο του (1856-1940).
Ο Αριγκόνι παντρεύτηκε Ελληνίδα και απέκτησε έξι παιδιά. Η κόρη του Αμίνα παντρεύτηκε τον καπνέμπορο Ηρακλή Μοσκώφ και παιδί τους είναι ο ιστορικός της πόλης και διανοούμενος Κωστής Μοσκώφ. Δολοφονήθηκε από κλέφτες που μπήκαν στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη το 1940 σε ηλικία 84 χρόνων.
Η Casa Bianca στην περιοχή του Ντεπό (σημερινή Δημοτική Βιβλιοθήκη), σχεδιάστηκε από τον Πιέρο Αριγκόνι.
Οι Ιταλοί της Θεσσαλονίκης
Οι δύο αρχιτέκτονες ανήκαν στην πολυπληθή κοινότητα των Ιταλών της Θεσσαλονίκης. Οι Ιταλοί έκαναν έντονη την παρουσία τους στη Θεσσαλονίκη στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, διατηρώντας έξι σχολεία και νοσοκομείο της ιταλικής παροικίας. Πολλοί πλούσιοι Εβραίοι της πόλης που κατάγονταν από ιταλόφωνες περιοχές ή για λόγους ασφαλείας έπαιρναν και την ιταλική υπηκοότητα. Αυτοί ήταν κυρίως έμποροι και τραπεζίτες. Η παροικία είχε αναπτύξει και πολιτιστική δραστηριότητα με φιλολογικούς ομίλους, θεατρικές παραστάσεις και με μετάκληση ιταλικών θεατρικών και μουσικών θιάσων που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην πολυεθνική κοινωνία της πόλης. Στο κλίμα ίδρυσης λεσχών και εθνοτικών ομίλων, οι Ιταλοί πάροικοι και οι προσκείμενοι Εβραίοι είχαν ιδρύσει το 1898 ένα φιλολογικό κύκλο, τον Circolo Filologico Italiano. H συρρίκνωση και σχεδόν η εξαφάνιση της ιταλικής παροικίας σημειώθηκε το 1911 με την κήρυξη του ιταλοτουρκικού πολέμου, κατά τον οποίον όλοι οι ιταλικής υπηκοότητας κάτοικοι απελάθηκαν από την πόλη. Ανάμεσά τους και μεγάλοι επιχειρηματίες και τραπεζίτες (οι τράπεζες Μοδιάνο και Αλλατίνι ανέστειλαν τη λειτουργία τους), με αποτέλεσμα να κλονιστεί ισχυρά η οικονομία της Θεσσαλονικης.
Από τα παλιά σχολικά κτήρια της ιταλικής κοινότητας της Θεσσαλονίκης σώζονται δύο διδακτήρια που χτίστηκαν στο μεσοπόλεμο. Είναι η ιταλική μέση βασιλική σχολή “Umberto I” που ανεγέρθηκε το 1933-34, στην γωνία των Βασ. Όλγας και Φλέμινγκ και στέγαζε τα τελευταία χρόνια το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο της πόλης. Το δεύτερο σχολείο ήταν η ιταλική βασιλική σχολή “Alessandro Manzoni” χτισμένη την ίδια περίοδο (1933-34) με σχέδια ιταλών αρχιτεκτόνων και δαπάνες του ιταλικού κράτους. Το κτήριο, που σώζεται σε ερειπιώδη κατάσταση στην πλατεία Δημοκρατίας στο Βαρδάρι) είχε στεγάσει στα χρόνια της χούντας τη διαβόητη Εθνική Ασφάλεια της πόλης, άντρο βασανιστηρίων αντιστασιακών της πόλης κατά της δικτατορίας. Ένα ακόμη διάσημο διατηρητέο κτήριο, το πρώην Ιταλικό προξενείο, στην οδό Βασ. Όλγας, που ανήκει στο ιταλικό κράτος, έχει αφεθεί στη μοίρα του και ρημάζει από την εγκατάλειψη και τις ανθρώπινες φθορές.
Χ.ΖΑΦ.
Οι φωτογραφίες από το κοιμητήριο των Καθολικών είναι του Τάσου Παπαναστασίου.