Το τμήμα της παλιάς παραλίας, ανάμεσα στις δυο ονομαστές πλατείες, Ελευθερίας και Αριστοτέλους, είχε ιστορικά ξενοδοχεία και σπίτια που χάθηκαν με τη μεγάλη πυρκαγιά και τις απανωτές κατεδαφίσεις, αν και είχαν ακόμη ψυχή και διάρκεια. Είναι μια πολεοδομική μικρογραφία που αποτυπώνει την ανθρώπινη βιαιοπραγία στα κτήρια και τη συλλογική άρνηση του παρελθόντος και της εμπράγματης μνήμης της πόλης. Άλλοι ξαναχτίζουν εκ βάθρων κατεστραμμένα από θεομηνίες κτήρια και εμείς εδώ γκρεμίσαμε ιστορικά μέγαρα που αποτελούσαν σημείο αναφοράς για την ιστορική τοπογραφία και την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα δυο ακραία κτήρια, αριστερά και δεξιά, στην κορυφαία νοσταλγική καρτ ποστάλ του φωτογράφου Γιώργου Λυκίδη, που κυκλοφόρησε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και μετέφερε ως ταχυδρομικό δελτάριο στα πέρατα του κόσμου τη ρομαντική εικόνα της προκυμαίας στην εποχή του μεσοπολέμου.
“Grand hotel d’ Angleterre” και ‘Όλυμπος Παλλάς”
Αριστερά, με το τριγωνικό γείσο και τη σειρά με τα αναγεννησιακά παράθυρα με ανάγλυφη διακόσμηση, είναι το πολυτελέστατο ξενοδοχείο Grand hotel d’ Angleterre, το Μεγάλο Ξενοδοχείο της Αγγλίας, που είχε χτιστεί στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα και διασώθηκε με μικρές ζημιές από τη φοβερή πυρκαγιά του 1917. Ηταν ξενοδοχείο εφάμιλλο των Αθηνών και των Παρισίων, όπως το διαφήμιζαν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί του 1905 στην Ευρώπη. Στο ισόγειο του ξενοδοχείου βρισκόταν στα χρόνια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου το «Μέγα καφεζυθοπωλείον ‘Κρυστάλ’» του Εβραίου Μωρίς Πεσάχ, στέκι των πολυεθνικών στρατιωτών του Μακεδονικού Μετώπου, κοσμικών κυριών της πόλης, γυναικών ελευθερίων ηθών και κατασκόπων που εύρισκαν συντροφιά, χρήματα και πληροφορίες στο ιδιότυπο εμπόλεμο περιβάλλον της πολυεθνικής πλατείας Ελευθερίας. Στο μεσοπόλεμο το «Κρυστάλ» άλλαξε θαμώνες και όνομα. Ονομάστηκε «Ποσειδών» και το ετερόκλητο πλήθος του πολέμου αντικαταστάθηκε με καλλιτέχνες, ναυτικούς, τελωνειακούς και δημοσιογράφους που κάθονταν στο παραλιακό καφενείο ως τις πρωινές ώρες. Το «Μέγα Ξενοδοχείο της Αγγλίας» μαζί με το «Κρυστάλ» και τον «Ποσειδώνα», κατεδαφίστηκε προπολεμικά για να χτιστεί η άχαρη γωνιακή πολυκατοικία (Βενιζέλου και Νίκης) και τα παλιά οικοδομικά υλικά του κουβαλήθηκαν και πλήρωσαν την επιχωμάτωση της νέας παραλίας.
Το “Ξενοδοχείον της Αγγλίας” βρισκόταν στην ανατολική παραλιακή γωνία της πλατείας Ολύμπου ή Πλατείας Ελευθερίας όπως μετονομάστηκε από το 1908. Απέναντι, στη δυτική γωνία της πλατείας υψωνόταν το “Όλυμπος Παλλάς” που χτίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1880 με άλλο όνομα και ανακαινίστηκε το 1887 ως ξενοδοχείο πολυτελείας. Στο ισόγειο λειτουργούσε το περίφημο ζυθοπωλείο ‘Όλυμπος” με πολυεθνικούς θαμώνες. Το 1915 χτίστηκε το διπλανό πενταόροφο κτήριο του ξενοδοχείου που ενσωματώθηκε στο παλιό. Το πολυτελές ξενοδοχείο, τόπος συνάντησης επιχειρηματιών και διανοουμένων της εποχής, καταστράφηκε στην πυρκαγιά του 1917 και το σχέδιο Εμπράρ, με την επέκταση της πλατείας Ελευθερίας δυτικά, το εξοβέλισε από την παλιά προκυμαία και τη συλλογική μνήμη της πόλης.
“Splendid Palace” και “Mediterranean Palace”
Στη δεξιά άκρη της αρχικής καρτ ποστάλ είναι το ξενοδοχείο Mediterranean Palace, το περίφημο Μεντιτερανέ, που είχε γίνει το σύμβολο της προπολεμικής Θεσσαλονίκης, με το όνομα “Ολύμπιον Μέγαρον της Μεσογείου”, το οποίο διαφημιζόταν ως το “αγλάισμα της αναγεννηθείσης Μακεδονικής Πρωτευούσης”. Ανεγέρθηκε από την οικογένεια Τουρνιβούκα το 1922 στη θέση όπου βρισκόταν το καμένο από την πυρκαγιά ξενοδοχείο «Σπλέντιτ», με ριζική ανακατασκευή του . Με την ίδρυση του νέου ξενοδοχείου πάνω στο παλιό κουφάρι, εγκαινιάστηκε το στένεμα της παραλίας, που είχε σχεδιαστεί αρχικά σε πλάτος να φτάνει ως το ύψος σχεδόν της οδού Προξένου Κορομηλά. Το πολυτελές ξενοδοχείο με την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα, τους κοσμικούς χορούς στα σαλόνια του, τα επώνυμα ευρωπαϊκά έπιπλα και τη μυθολογία που καλλιέργησαν περιηγητές και διάσημοι πελάτες του, διέχυσαν παντού τον θρύλο και τη φήμη του αριστοκραστικού ξενοδοχείου της πόλης.
Το «Μεντιτερανέ» έπαθε ζημιές στο σεισμό του 1978, αλλά θα μπορούσε να στερεωθεί και αναπαλαιωμένο να ξαναλειτουργήσει διατηρώντας τον ιστορικό μύθο του. Δυστυχώς, οικονομικά συμφέροντα και η αδιαφορία των αρχών της πόλης και της Πολιτείας συνήργησαν στην κατεδάφισή του, χωρίς να πληροί στην πραγματικότητα τις προϋποθέσεις του «επικινδύνως ετοιμορρόπου». Ήταν μια πράξη ασέλγειας προς την αρχιτεκτονική κληρονομιά και τα κτήρια που συνδέθηκαν αρχιτεκτονικά και συναισθηματικά με την πόλη και τους κατοίκους της.
Το “Σπλέντιτ Παλάς”, στο χώρο του οποίου κτίστηκε το “Μεντιτερανέ”, ήταν το μεγάλο και πολυτελές ξενοδοχείο της εποχής, αλλά είχε ζωή μόνο δέκα χρόνων (1907-1917). Το ξενοδοχείο, που συγκέντρωνε στα καφέ, τα εστιατόρια και τις ψυχαγωγικές αίθουσές του την αριστοκρατία της πόλης, την ηγεσία της Αντάντ και της Εθνικής Άμυνας και τους εύπορους και “ψαγμένους” επισκέπτες της Θεσσαλονίκης, καταστράφηκε ολοσχερώς στην φοβερή πυρκαγιά του 1917.
Ανάμεσα στα δύο κατεδαφισμένα τρόπαια της αρχιτεκτονικής μνήμης και την ισοπέδωση του παλιού οικοδομικού μετώπου της παραλίας (το “ξενοδοχείο της Αγγλίας” και το “Μεντιτερανέ”), έρημο και καταπιεσμένο από τις εκατέρωθεν σύγχρονες οικοδομές, επιζεί από τη μεταπολεμική λαίλαπα της αντιπαροχής ως πρόσοψη μόνο το διατηρητέο κτήριο του ξακουστού εστιατορίου-μπυραρίας «Ολυμπος-Νάουσα», σήμα κατατεθέν της γαστρονομικής φήμης της πόλης για πάνω από εξήντα χρόνια. Νόστιμες μνήμες και πολυεθνικές γεύσεις, παραδοσιακές σπεσιαλιτέ και μερακλήδικες συνταγές που δοκιμάστηκαν από Θεσσαλονικείς και ξένους, έκαναν διάσημο το εστιατόριο σε όλον τον κόσμο μαζί με το παλιό ήθος και το προσωπικό άρωμα που σέρβιραν με τα πιάτα τους μάγειροι και γκαρσόνια στα τραπέζια που ριπίζονταν από την αύρα και την αντηλιά του Θερμαϊκού (αλλά με το ιστορικό εστιατόριο αξίζει να ασχοληθούμε εκτενέστερα μια άλλη φορά ).
Ευτυχώς, που οι ρομαντικοί φωτογράφοι της πόλης, σαν τον Γιώργο Λυκίδη κράτησαν τις ομορφιές και τις μνήμες της πόλης στις καρτ ποστάλ και τα φωτογραφικά τους λευκώματα.
Το ξενοδοχείο “Μεντιτερανέ” (το πρώτο κτήριο αριστερά), δίπλα στην πλατεία Αριστοτέλους, με εξαιρετική θέα και φήμη, δέσποζε στην παλιά παραλία για μισό περίπου αιώνα ως το 1978.
Χ.ΖΑΦ.
Όταν η… πρόοδος ισοπεδώνει Ιστορία και μνήμες, μένει το ίζημα της σημερινής εικόνας. Ως διαρκής πληγή, ασφαλώς.